Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Μέρος 8


Ο Καραϊσκάκης μη δυνηθείς να παρατηρήση καλώς την θέσιν του
Πειραιώς, υποπτεύσας μάλιστα ότι επροδόθη το σχέδιον (15), δεν
έκρινε πλέον ωφέλιμον, και ίσως ούτε δυνατόν, το να συγκεντρωθή
εις τον Πειραιά στρατόπεδον. Όθεν απεφάσισε να τοποθετήση το
στράτευμα εις Ελευσίνα μερικόν καιρόν, έως ου δηλαδή να λάβη
την αναγκαίαν αύξησιν, και έπειτα να υπάγη διά ξηράς να
τοποθετηθή πλησίον του Κιουταχή, διά να ελαφρύνη το βάρος των
πολιορκουμένων, αναγκάζων τον εχθρόν να διαμοιράζη τας δυνάμεις
του. Αλλ' ο Κιουταχής υποπτεύσας ταύτα, απεφάσισε να κάμη
έφοδον εις την πόλιν και να προλάβη την κυρίευσίν της, πριν
καταφθάση ο Καραϊσκάκης να συγκροτήση το μελετώμενον
στρατόπεδον.

Το πρωί λοιπόν της τρίτης του Αυγούστου έκαμεν έφοδον από το
μέρος της πύλης των Γύφτων (16) και από τους προμαχώνας των
Αγίων Θεοδώρων και Αγίων Αναργύρων, μέρη τα οποία
εικοσιτέσσαρας ώρας αδιακόπως προεκανονοβόλησεν· αλλ' από μεν
την πύλην των Γύφτων αντεκρούσθησαν ανδρείως και ωπισθοδρόμησαν
οι εχθροί, εισήλθον όμως εις την πόλιν από τα κρημνισθέντα μέρη
του περιβόλου του μεταξύ των δύο ανωτέρω προμαχώνων.

Η μεγάλη έκτασις της πόλεως και του περιβόλου των Αθηνών δεν
ήτον δυνατόν να φυλαχθή όχι από χιλίους πολεμιστάς, οι οποίοι
την υπερασπίζοντο, αλλά και από δεκαπλασίαν δύναμιν, ενώ
μάλιστα οι πολιορκούντες εχθροί ελέγετο να είναι είκοσι περίπου
χιλιάδες. Οι πολιορκούμενοι μ' όλο τούτο αντέστησαν με μεγάλην
ανδρίαν και προθυμίαν, αλλά μη προφθάνοντες να ανοικοδομώσι τα
από τους εχθρικούς κανονοβολισμούς κρημνιζόμενα μέρη του
περιβόλου, ηναγκάζοντο να οπισθοδρομώσι προς την Ακρόπολιν,
πολεμούντες όμως μ' επιμονήν και μη αφίνοντες τους εχθρούς να
κυριεύσωσιν ατιμωρητί ουδέ μικρόν μέρος της πόλεως.

Εις την μάχην ταύτην πολλοί εξ αμφοτέρων των μερών και
εφονεύθησαν και αιχμαλωτίσθησαν. Οι Έλληνες όμως είχον την
υπεροχήν του να πολεμώσιν από τας οικοδομάς και τα τείχη και
διά τούτο δεν έπαθον τόσην φθοράν, εις όσην κατά φυσικόν λόγον
πρέπει να υπέπεσον οι εχθροί. Καθ' όσον όμως είναι δυνατόν να
πιθανολογήση τις τας ζημίας αμφοτέρων των μερών, από μεν τους
Έλληνας εφονεύθησαν έως είκοσιν, επληγώθησαν έως εβδομήκοντα
και επιάσθησαν ζώντες έως πεντήκοντα, εκ των οποίων δέκα μεν
ήσαν άνδρες, αι δε λοιπαί γυναίκες και παιδία· από δε τους
εχθρούς εζωγρήθησαν μεν ολίγοι, εν οις όμως ο πρώτος των
πυροβολιστών του Κιουταχή, εφονεύθησαν δε υπέρ τους τριακοσίους
και επληγώθησαν πολύ περισσότεροι. Οι πολιορκούμενοι δεν
παρεχώρησαν εις τον εχθρόν εξ ολοκλήρου όλην την πόλιν, αλλ'
οχυρωθέντες εις τας πλησίον της Ακροπόλεως οικοδομάς από το
μέρος του Καρασογιού έως της πύλης των Αλβανών (17) αντέστησαν
εις τους εχθρούς και απέκρουσαν την ορμήν των ικανάς ημέρας.

Η πτώσις της πόλεως των Αθηνών ηνάγκασε τον Καραϊσκάκην να
επιταχύνη τα κατά των εχθρών κινήματα. Εξέδωκε λοιπόν
προσκλήσεις διά να συνέλθωσιν όλα τα στρατεύματα εις Ελευσίνα,
όπου έμελλε να συγκροτηθή το γενικόν στρατόπεδον. Έφθασε κατ'
εκείνας τας ημέρας και το τακτικόν υπό τον Φαβιέρον,
συγκείμενον από χιλίους διακοσίους περίπου, και έν σώμα υπό τον
Γεώργιον Χελιώτην, σταλμένον εις βοήθειαν του Καραϊσκάκη από
τον στρατηγόν Νοταράν. Εγένοντο λοιπόν όλοι οι ετοιμασθέντες
διά την εκστρατείαν ταύτην περίπου τέσσαρες χιλιάδες εξακόσιοι.

Την πέμπτην του Αυγούστου περί το εσπέρας εκίνησαν από Ελευσίνα
όλα τα ανωτέρω στρατεύματα και περί τα μεσάνυκτα έφθασαν εις
Χαϊδάρι, όπου επυροβόλησαν μονόφορα διά να κάμωσι γνωστόν τον
ερχομόν των εις τους πολιορκουμένους και να τους προδιαθέσωσιν
εις τον αγώνα, όστις έμελλε να συμβή την ερχομένην ημέραν. Από
τον τουφεκισμόν τούτον ενόησαν και οι Τούρκοι τον ερχομόν των
Ελληνικών στρατευμάτων, και ο Κιουταχής διπλασιάσας αμέσως τας
νυκτερινάς φυλακάς προετοιμάζετο όλην την νύκτα διά να
συγκροτήση μάχην την ακόλουθον ημέραν.

Ο Καραϊσκάκης γνωρίζων ότι αι δυνάμεις του δεν ήσαν ικαναί διά
να εφορμήση αυτός πρώτος κατά του εχθρού και ων βέβαιος ότι οι
Τούρκοι, αφ' ού αυτός ήθελεν οχυρωθή εις ταύτην την θέσιν,
έπρεπε να κινηθώσι κατ' αυτού (διότι δεν ηδύναντο να μένωσιν
ήσυχοι, έχοντες εις τα οπίσθιά των τοιούτον σώμα), απεφάσισε να
κατασκευάση οχυρώματα, εις τα οποία να τοποθετήση μέρος των
ατάκτων στρατευμάτων διά ν' απαντήσωσι πρώτα την εχθρικήν
ορμήν. Όλον δε το τακτικόν εκρίθη εύλογον να τοποθετηθή εις
μίαν κοιλάδα, όπισθεν δε και εκ πλαγίων αυτού να τοποθετηθή το
άτακτον· περιπλέον το υπό τον Κριζιώτην και Βάσον σώμα διωρίσθη
να εφορά τα κινήματα του στρατεύματος και όπου ήθελεν ίδει
ανάγκην, να τρέχη εις βοήθειαν.

Κατ' αυτόν τον τρόπον παραταχθέντες ολίγον προ της ανατολής του
ηλίου επερίμενον τους εχθρούς. Αυτοί δε αντιταχθέντες, αφ' ού
εκανονοβόλησαν ικανώς με δύο κανόνια, τα οποία διά νυκτός
έστησαν αντικρύ του Ελληνικού στρατεύματος, ώρμησαν με
προθυμίαν εναντίον των Ελλήνων. Διηθημένοι δε εις όσα σώματα
έβλεπον παρατεταγμένους και τους Έλληνας, προσέβαλεν έκαστον
εις τους αντιτεταγμένους· αλλά δύο, τα πολυπληθέστερα και
δυνατώτερα, επέπεσον το μεν προς τους κλεισμένους εις τα
οχυρώματα, οι οποίοι ήσαν το Θετταλομακεδονοθρακικόν σώμα υπό
την οδηγίαν του Περραιβού και Στέφου, το δε προς το τακτικόν.
Αντεκρούσθησαν όμως με ανδρείαν και από τα δύο μέρη· και επειδή
δεν ημπόρεσαν ούτε το έν ούτε το άλλο σώμα να μετακινήσωσιν από
τον τόπον του, εκρύφθησαν όπισθεν εις τας εξοχάς της γης και
μέσα εις τα κοιλώματα, κατά την συνήθειαν των Αλβανών· αλλά
πριν λάβωσι καιρόν να οχυρωθώσι τόσον πλησίον, εφώρμησαν
πανταχόθεν οι Έλληνες, τους έτρεψαν εις φυγήν και τους
κατεδίωξαν έως εις τας θέσεις των, ότε ολίγον έλειψε να
κυριεύσωσι και τα κανόνια των.

Εις την περίστασιν ταύτην ο Φαβιέρος έδωκε γνώμην να
εξακολουθήσωσι την καταδίωξιν έως να έμβωσιν εις την πόλιν,
προβάλλων ότι η επιτυχία αύτη των Ελλήνων θέλει προξενήσει
τόσην δειλίαν εις τους εχθρούς, ώστε να μην αντιπαραταχθώσι
πλέον και ν' αφήσωσι την πόλιν χωρίς πόλεμον. Ο Καραϊσκάκης
όμως δεν έκρινεν ωφέλιμον την επί πλέον καταδίωξιν διότι
εφοβείτο τον σκορπισμόν και εξάπλωσιν των Ελλήνων εις τόπον
επίπεδον, όπου ο εχθρός ήτον επικρατέστερος διά το ιππικόν, και
διότι ο εχθρός είχεν ακόμη αρκετόν αριθμόν στρατιωτών, οι
οποίοι δεν είχον λάβει μέρος εις ταύτην την μάχην. Διά ταύτα
ανεκάλεσε τα Ελληνικά στρατεύματα από την καταδίωξιν και τα
διέταξε να πιάσωσι τας οποίας είχον εξ αρχής θέσεις. Ο Φαβιέρος
ελυπήθη κ' εδυσαρεστήθη καθ' υπερβολήν, διότι δεν εισηκούσθη το
πρόβλημά του, και την δυσαρέσκειάν του την έκαμε γνωστήν εις
τον Καραϊσκάκην.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου